ΣΤΕΙΛΤΕ ΜΑΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ-ΣΧΟΛΙΑ-ΣΥΝΘΕΣΕΙΣ-ΝΕΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΄Γ ΕΘΝΙΚΗΣ-ΕΣΚΑ-ΕΣΚΑΝΑ ΣΤΟ MAIL SPORTSOFFICERS@GMAIL.COM Ή ΣΤΗ ΣΕΛΙΔΑ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK

Κυριακή 24 Αυγούστου 2014

Τα 10 μεγαλύτερα χαμένα ταλέντα του ελληνικού μπάσκετ


Οι διακοπές, όπως όλα τα όμορφα πράγματα, κάποια στιγμή τελειώνουν  και επιστρέφοντας στο κλεινόν άστυ ξεσκονίζουμε αρχεία και αναμνήσεις καταγράφοντας τις πιο  κραυγαλέες περιπτώσεις καλαθοσφαιριστών που το ταλέντο τους χαραμίστηκε ή αν προτιμάτε δεν αξιοποιήθηκε στο έπακρο.  Μπάσκετ Μάνιακ

Κατά καιρούς δεκάδες νεαροί παίκτες έκαναν την εμφάνισή τους διεκδικώντας τον τίτλο του τεράστιου ταλέντου ή ακόμα και, χειρότερα για αυτούς, του διαδόχου μεγάλων καλαθοσφαιριστών που είχαν γράψει ιστορία στο άθλημα. Δεν είναι λίγες οι φορές που οι προσδοκίες δεν δικαιώνονται και μετά από χρόνια ο απολογισμός μαρτυρά πως κάτι δεν πήγε καλά στην πορεία. Δύσκολοι χαρακτήρες, κακή νοοτροπία, έλλειψη διάθεσης για προπόνηση και σωστή δουλειά αλλά μερικές φορές και εξωγενείς παράγοντες οι αιτίες να χαθούν ή να μείνουν στάσιμα μεγάλα ταλέντα. Ας ξεκινήσουμε.

10. Παναγιώτης Μπαρλάς


Αρχηγός της μεγάλης φουρνιάς της εθνικής εφήβων που υπό την καθοδήγηση του Γιώργου Προεστού κατέκτησε το παγκόσμιο κύπελλο του 1995. Μεγάλο ταλέντο, σπουδαίος οργανωτής και παράλληλα πολύ καλός σουτέρ μετά το τέλος των αγώνων πήρε μετεγγραφή στην ΑΕΚ έχοντας την ευκαιρία να βάλει σωστές βάσεις ένα χρόνο μετά με προπονητή τον Γιάννη Ιωαννίδη. Η πορεία του δεν ήταν αντίστοιχη με το Νίκο Χατζή, χάθηκε ανάμεσα στο ρόλο του σκόρερ-ηγέτη και του οργανωτή. Η συνέχεια δεν ήταν ανάλογη καθώς ταλαιπωρήθηκε από τραυματισμούς και αγωνίστηκε σε χαμηλότερο επίπεδο σε Σπόρτινγκ, Κύπρο και ΟΦΗ.

9. Γιάννης Γκαγκαλούδης


   Ξεκίνησε από την ομάδα του Παλαιού Φαλήρου και συνέχισε την καριέρα του στη γειτονική Δάφνη δίνοντας διαπιστευτήρια πολύ καλού πόιντ γκαρντ. Πήρε μετεγγραφή το 2001 στον Άρη και οι εμφανίσεις του έκαναν το κατάμεστο Αλεξάνδρειο να τραγουδάει το όνομά του. Πολύ καλός στο πικ εν ρολ μπορούσε με την ίδια ικανότητα να πασάρει και να σκοράρει έχοντας πολύ καλή αντίληψη του γηπέδου. Πανηγύρισε το Champions Cup 2003 και στο τέλος της χρονιάς  εξαργύρωσε τις εμφανίσεις του μετακινούμενος στον Παναθηναϊκό.
   Στο τριφύλλι δεν μπόρεσε να καθιερωθεί και μετατράπηκε σε γυρολόγο αλλάζοντας μέσα σε δέκα χρόνια 11(!) ομάδες φτάνοντας μέχρι την Τυνησία. ΠΑΟΚ, ΑΕΚ, Ρέθυμνο, Ρόμα, Καβάλα, Απόλλων Λεμεσού, Καβάλα, Ετουάλ Σπορτίβ Ντου Σαχέλ, Ίκαρος Χαλκίδας οι επόμενοι σταθμοί της καριέρας του. Κλασσικό παράδειγμα παίκτη με ισχυρή προσωπικότητα που αν δεν υποστήριζε μέχρι τέλους την άποψη του κόντρα σε προπονητές και παράγοντες θα είχε εντελώς διαφορετική πορεία.

8. Γιώργος Καράγκουτης

 Τεράστιο ταλέντο βρέθηκε από πολύ μικρή ηλικία να αγωνίζεται στην πρώτη ομάδα του Πανιώνιου. Μέλος και αυτός της χρυσής γενιάς του 1995 ξεχώρισε γρήγορα για τις επιδόσεις του και όντας πρωταγωνιστής στην πλατεία πίεσε (ίσως νωρίτερα από ότι έπρεπε) να κάνει το βήμα παραπάνω και μετακινήθηκε στον Παναθηναϊκό το καλοκαίρι του 1999. Εκεί αποδείχτηκε πως μάλλον δεν ήταν έτοιμος και από πρώτο βιολί μετατράπηκε σε κομπάρσο.
Προσπάθησε να βρει τα πατήματα του και έδειχνε να τα καταφέρνει στην ομάδα του Ηρακλή αλλά μία περιπέτεια με χρήση απαγορευμένης ουσίας το Μάρτιο του 2001 τον πήγε πάλι πίσω. Συνέχισε σε Νήαρ Ηστ και στο Μαρούσι όπου βρήκε την Ιθάκη του αγωνιζόμενος για 4 χρόνια εκεί όμως το τραίνο πλέον είχε χαθεί. Ο παίκτης που χτυπούσε την πόρτα της εθνικής ομάδας από άστοχες επιλογές (οι κακές γλώσσες μιλούσαν για κακούς συμβουλάτορες επίσης) μετατράπηκε σε κάποιον που έψαχνε συμβόλαια σε μικρομεσαίες ομάδες της Α1 και ποτέ δεν έφτασε στο ανώτερο επίπεδο που μπορούσε.

7. Χρήστος Ταπούτος


Τεράστιο ταλέντο ο Θεσσαλονικιός που ξεκίνησε την καριέρα του από τον Αχιλλέα Τριανδρίας. Έπαιζε με την ίδια ευχέρεια στο ''3'' και στο ''4'', είχε  το πλεονέκτημα να είναι αριστερόχειρας. Δεν άργησε να κεντρίσει το ενδιαφέρον των ομάδων της πρωτεύουσας και μετά από ένα χρόνο στη Νήαρ Ηστ μετακινήθηκε το 2001 στην ΑΕΚ της χρυσής εποχής Φιλίππου. Στα 19 του έκανε ένα πλουσιοπάροχο για την ηλικία του συμβόλαιο και κάπου εκεί χάθηκε η μπάλα. Τα λεφτά θόλωσαν τον μικρό που αρκέστηκε σε αυτά και ξέχασε τι πάει να πει προπόνηση και βελτίωση.
   Άρχισε να αλλάζει συνεχώς ομάδες και σε καμία περίπτωση να έχει την εξέλιξη που θα έπρεπε. Σε Ηρακλή και Πανιώνιο προσπάθησε να κάνει επανέναρξη πριν επιστρέψει στην ΑΕΚ όπου όμως τίποτα δεν ήταν ίδιο καθώς η ομάδα βρισκόταν σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο. Παρέμεινε τρία χρόνια και μετέπειτα αγωνίστηκε σε ΠΑΟΚ  και Άρη όπου περισσότερο αναλώθηκε στην κόντρα των δύο ομάδων (ειδικά στον Άρη πρώτο μέλημά του μετά από καλάθι δεν ήταν να γυρίσει στην άμυνα αλλά να βρίζει τους αντιπάλους). Ο δρόμος δεν είχε επιστροφή και έφτασε στο σημείο να κυνηγά συμβόλαια στην Τσεχία και την Τουρκία. Η είδηση ότι στα 32 του θα αγωνίζεται με τη φανέλα της Αφιόν στη δεύτερη κατηγορία της Τουρκίας μόνο θλίψη προκαλεί. Τα χρήματα πολλές φορές μόνο κακό κάνουν.

6. Παναγιώτης Λιαδέλης



Ο ταλαντούχος Βολιώτης γκαρντ ξεκίνησε την καριέρα του στη γενέτειρα του αγωνιζόμενος στον τοπικό Ολυμπιακό και δεν άργησε να ξεχωρίσει φορώντας τη φανέλα του Άρη. Κάποιοι στα πρώτα του βήματα έφτασαν στο σημείο να τον συγκρίνουν με το Νίκο Γκάλη. Φυσικά το μόνο που ίσως τον θύμιζε ήταν το στυλ στο σουτ. Παρόλα αυτά ήταν ολοφάνερο πως με την κατάλληλη δουλειά θα ήταν παίκτης επιπέδου εθνικής ομάδας. Πολύ καλός στις διεισδύσεις, είχε ταλέντο στο να κρατάει το κορμί του στον αέρα για να αποφεύγει το κόψιμο και με αξιόπιστο σουτ. Με τη φανέλα του Άρη πανηγύρισε το κύπελλο Ελλάδας και το Κύπελλο Κόρατς. Προκαλώντας μεγάλη εντύπωση προτίμησε τα χρήματα του ΠΑΟΚ το 2000 και μετατράπηκε σε μαύρο πρόβατο για τους Αρειανούς.

   Στη συνέχεια της καριέρας του φάνηκε πως βασικό ρόλο δεν έπαιζε η βελτίωσή του και το βήμα παραπάνω (με εξαίρεση ίσως τη μετακίνησή του το 2003 στον Ολυμπιακό) αλλά το καλύτερο συμβόλαιο χάνοντας έτσι την ευκαιρία να έχει ενεργό ρόλο στην εθνική ομάδα. Αγωνίστηκε ακόμα σε Ουράλ Γκρέιτ, Μακεδονικό, Βαλένθια, Απόλλωνα Πάτρας και Αζοβμάς Μαριοπούλ. Με την ανάλογη προπόνηση και προσήλωση στον στόχο του θα ήταν βασικό γρανάζι της εθνικής. Οι ανυπόστατες φήμες έλεγαν ότι είχε εμπλακεί μέχρι και σε κυκλώματα τοκογλυφίας ενώ οι παρουσίες του σε νυχτερινά μαγαζιά είχαν μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τις επιδόσεις του στο παρκέ.

5. Νέστορας Κόμματος


Από τους πιο μεγάλους σκόρερ που πέρασαν από τα ελληνικά γήπεδα. Ανδρώθηκε μπασκετικά στην πόλη που γεννήθηκε στον Γυμναστικό Σύλλογο Λάρισας. Ξεχώρισε γρήγορα για το επιθετικό του ταλέντο και το 2000 μεταπήδησε στον φιλόδοξο τότε Μακεδονικό. Απέκτησε από νωρίς τη συνήθεια να αλλάζει συχνά ομάδα και αγωνίστηκε σε ΠΑΟΚ και Άρη. Στους κίτρινους είχε πολύ καλή παρουσία, αναδείχτηκε πρώτος σκόρερ της Α1 το 2004 και πανηγύρισε την κατάκτηση του κυπέλλου. Η καριέρα του απογειώθηκε και την επόμενη χρονιά κατέκτησε την ευρωλίγκα με τη φανέλα της Μακάμπι. Δεν κατάφερε να συνεχίσει παρόλα αυτά στην ομάδα του λαού αφού στο ανώτερο επίπεδο πρέπει να κάνεις και άλλες δουλειές εκτός από το να βάζεις την μπάλα στο καλάθι.
Ο Νέστορας ποτέ δεν υπήρξε λάτρης της άμυνας και έτσι μετατράπηκε σε ένα σκόρερ-γυρολόγο των ευρωπαϊκών γηπέδων και έπαιξε διαδοχικά σε Φορτιτούντο Μπολόνια, Σεβίλλη, ΑΕΚ, Λοκομοτίβ Ροστόφ, Τρίκαλα, ΑΕΛ, Ολύμπια Λάρισας, Μαρούσι, Μερσίν, εκ νέου Μαρούσι, Παλλακανέστρο Σαντ' Άντιμο, Ρέθυμνο, εκ νέου Τρίκαλα και τέλος Κολοσσό Ρόδου. Ανήκει και αυτός στην κατηγορία των παικτών που δεν έβαζαν το εγώ τους κάτω από την ομάδα, δεν δέχονταν μύγα στο σπαθί τους (μέχρι αηδίας κάποιες φορές) και ήταν τσακωμένοι με την άμυνα. Αναπάντητο ερώτημα θα μείνει τι θα είχε συμβεί αν ένας προπονητής τιθάσευε το πλούσιο ταλέντο του και τον έπειθε να γίνει γρανάζι της μηχανής.

4. Δημήτρης Παπανικολάου


   Ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα της δεκαετίας του '90 και βασικό στέλεχος της εθνικής εφήβων του 1995. Η πρώτη του ομάδα ήταν ο Αστέρας Ζωοδόχου Πηγής από όπου τον απέκτησε το 1992 ο Ολυμπιακός. Για τρία χρόνια αγωνίστηκε ως δανεικός στον Σπόρτινγκ όπου άμεσα ξεχώρισε για τα αθλητικά του προσόντα, το ταλέντο του στην επίθεση και την αμυντική του προσήλωση. Επέστρεψε στον Πειραιά κάνοντας σπουδαίες εμφανίσεις με αποκορύφωμα το ευρωπαϊκό του 1997. Κάπου εκεί ίσως ο μικρός τότε Δημήτρης άρχισε να ζαλίζεται από το πόσο ψηλά είχε φτάσει.
   Το καλοκαίρι του 1997 και ενώ υπήρχε συμβόλαιο σε ισχύ εγκαταλείπει με το έτσι θέλω το λιμάνι για την Μπολόνια και την Κίντερ. Περνάνε έξι μήνες χαμένοι χωρίς φυσικά να καταφέρει να αγωνιστεί και επιστρέφει στην ομάδα του με άφεση αμαρτιών. Στη συνέχεια έδειξε να μένει στάσιμος και να μην δουλεύει στα σημεία που χρειαζόταν βελτίωση. Αχίλλειος πτέρνα του το σουτ ενώ η εκτέλεση βολών από αυτόν είχε καταντήσει ανέκδοτο. Αποχώρησε το 2002 για τον Μακεδονικό και την  επόμενη χρονιά παρουσιάζεται ανακόλουθος των λόγων του, για κάτι που όπως είχε δηλώσει δεν θα συνέβαινε ποτέ, υπογράφοντας στον αιώνιο αντίπαλο. Από εκείνο το σημείο και μετά παίζει περισσότερο με τις δάφνες του παρελθόντος και η πορεία του ήταν συνεχώς φθίνουσα. Ο παίκτης που είχε προσελκύσει τα βλέμματα ακόμα και κατασκόπων του ΝΒΑ δεν εξελίχθηκε ποτέ, έχασε το δρόμο της σκληρής δουλειάς και μετατράπηκε σε χειροκροτητή στον πάγκο του Παναθηναϊκού. Έπαιξε ακόμα σε ΑΕΚ, Πανιώνιο και Περιστέρι.

3. Σοφοκλής Σχορτσιανίτης


   Ειδική περίπτωση αφού ακόμα είναι εν ενεργεία. Ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα στον Ηρακλή και άμα τη εμφανίσει του προκάλεσε αίσθηση με τα σωματικά του προσόντα και την δύναμη του κάτω από το καλάθι και κάπως έτσι ο μικρός Σοφοκλής έγινε ''Βaby Shaq''. Έμεινε εκεί για τρία χρόνια και συνέχισε σε Καντού και Άρη. Το πρόβλημα με τα κιλά του ήταν τεράστιο. Παρόλα αυτά έγινε ντραφτ στο ΝΒΑ από τους Κλίπερς και το 2005 ο Ολυμπιακός ρίσκαρε και πόνταρε σε αυτόν. Από τα 172 κιλά με ειδικό πρόγραμμα και κατάλληλη ψυχολογική υποστήριξη έπεσε στα 150, υπό την καθοδήγηση του Καζλάουσκας έπαιξε το καλύτερο μπάσκετ της καριέρας του με αποκορύφωμα το παγκόσμιο του 2006 όπου έκανε τον Χάουαρντ και τους άλλους Αμερικάνους ψηλούς να μοιάζουν με γατάκια. Δυστυχώς η συνέχεια είναι γνωστή.
   Την επόμενη χρονιά εμφανίστηκε αδιάφορος, εμφανώς πιο παχύς με το σίριαλ να συνεχίζεται με ειδικό κέντρο στην Ελβετία πληρωμένο από τους Αγγελόπουλους αφού εκτός από την καριέρα του κινδύνευε και η ζωή του. Ποτέ δεν επανήλθε ουσιαστικά στα επίπεδα του 2006 και η μοναδική του αναλαμπή ήταν οι εμφανίσεις του στο ευρωμπάσκετ του 2009. Δεν έδειξε ποτέ ξανά προσήλωση στο στόχο και δεν δούλεψε για να φτάσει εκεί που πραγματικά άξιζε. Στο μαγικό κόσμο του ΝΒΑ. Συνέχισε την καριέρα του σε Μακάμπι και Παναθηναϊκό έχοντας μετατραπεί σε παίκτη πεντάλεπτου (στην καλύτερη των περιπτώσεων) που θα τελειώσει τρεις επιθέσεις και θα περάσει εκ νέου στον πάγκο. Τα τελευταία χρόνια είτε επικαλούμενος προσωπικούς λόγους είτε προφασιζόμενος τραυματισμούς δεν ανταποκρίνεται στο κάλεσμα της εθνικής ομάδας δίνοντας σάρκα και οστά στην παροιμία ''Πότε ο Γιάννης δεν μπορεί, πότε ο κώλος του πονεί''. Η πιο τρανταχτή περίπτωση του ότι χωρίς διάθεση για δουλειά και προπόνηση όσο ταλέντο και αν υπάρχει θα πάει χαμένο.

2. Γιώργος Διαμαντόπουλος


   Γιός του παλιού παίκτη και προπονητή Κώστα Διαμαντόπουλου έκανε τα πρώτα επαγγελματικά του βήματα στην ομάδα του Παπάγου. Ξεχώρισε αμέσως για το επιθετικό του ταλέντο αφού είχε χίλιους δύο τρόπους να βάλει την μπάλα μέσα στο καλάθι. Το 1999 μετακινήθηκε στον Πανιώνιο όπου πέρασε τα καλύτερα χρόνια της καριέρας του. Αποκορύφωμα η ανάδειξή του σε πρώτο σκόρερ της Α1 το 2003. Η ώρα για το μεγάλο βήμα είχε έρθει και την ίδια χρονιά αποκτήθηκε από τον Ολυμπιακό. Εκεί όμως οι εποχές είχαν αλλάξει, ο σχεδιασμός από τον Σούμποτιτς ήταν λάθος (μαζί με Γκόρενς και Λιαδέλη ήθελαν τρεις μπάλες μόνοι τους) και ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του τον έκαναν να αποχωρήσει από τον Πειραιά γεγονός που σε μετέπειτα δήλωσή του χαρακτήρισε ως το μεγαλύτερο λάθος της καριέρας του.
   Ο Γιώργος ήταν σκόρερ ολκής, όμως δεν αγαπούσε ούτε την προπόνηση (χαρακτηριστικό ότι στον Πανιώνιο είχε κιλάκια) ούτε την άμυνα όπου ήταν θεατής. Παράλληλα είναι το πιο τρανταχτό παράδειγμα που δεν μπορούσε ποτέ να κρατήσει το στόμα του κλειστό. ΠΟΤΕ όμως! Η στάση του αυτή, είχε δεν είχε δίκιο, τους στοίχησε την πορεία του σε υψηλό επίπεδο και στην εθνική ομάδα αφού κανένας προπονητής, καλώς ή κακώς, δεν θέλει παίκτες που δεν παίζουν άμυνα και μιλάνε πολύ όσο ταλαντούχοι επιθετικοί και αν είναι. Συνέχισε την καριέρα του σε Πανιώνιο, Ροζέτο, Πάλμα Άκουα Μάτζικα, Σαμάρα, Κολοσσό Ρόδου, Μαρούσι, Αχιλλέα Καϊμακλίου, Βακαλό (Ελβετία!), Κεραυνό Στροβόλου και Δόξα Λευκάδας. Σίγουρα δεν ήταν το πιο αγαπητό παιδί για τους προπονητές αλλά κάποια στιγμή θα πρέπει να κάτσει και να σκεφτεί μόνος του σοβαρά και να κάνει την αυτοκριτική του.

1. Φάνης Χριστοδούλου


   Καταλαβαίνω ότι οι αντιρρήσεις για την είσοδο του Φάνη στη συγκεκριμένη λίστα θα είναι αρκετές. Για αυτό το λόγο όσοι πιστεύετε ότι το ταβάνι στην καριέρα του ήταν ο Πανιώνιος και η μία χρονιά στον Παναθηναϊκό μη διαβάσετε τις παρακάτω γραμμές.
   Ο μπέμπης είναι ο μοναδικός ''all around player'' του ελληνικού μπάσκετ. Ξεκίνησε την καριέρα του στη Δάφνη και το 1983 μεταπήδησε στον Πανιώνιο. Έκανε εκπληκτικές εμφανίσεις με τη φανέλα της εθνικής τόσο το 1987 όσο και το 1989 ενώ έγινε και ντραφτ στο ΝΒΑ από τους Ατλάντα Χοκς. Με τη φανέλα των κυανέρυθρων αγωνίστηκε για 13 χρόνια και πανηγύρισε την κατάκτηση του κυπέλλου το 1991 και μόλις το 1997 μετακόμισε στην ομάδα του Παναθηναϊκού με την οποία κατέκτησε το πρωτάθλημα του 1998. Αποχαιρέτησε την εθνική ομάδα την ίδια χρονιά με την τέταρτη θέση στο ευρωμπάσκετ  της Ισπανίας. Τεράστιος παίκτης, έκανε όλες τις δουλειές μέσα στο γήπεδο κάνοντας εκπληκτικές εμφανίσεις ειδικά με το εθνόσημο στο στήθος.
   Η αλήθεια είναι ότι στον Πανιώνιο έμεινε πολύ περισσότερο από όσο θα έπρεπε και μόνο αυτός και οι παράγοντες της ομάδας ξέρουν το γιατί. Δέθηκε με την ομάδα της πλατείας και άργησε πάρα πάρα (δυο πάρα για έμφαση, δεν είναι λάθος!) πολύ να κάνει το βήμα παραπάνω το οποίο άξιζε. Οι περισσότεροι υποστηρίζουν πως αν δεν είχε το χρόνιο πρόβλημα με τα γόνατά του και αν είχε δουλέψει λίγο περισσότερο η θέση του θα ήταν στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Δεν ήταν λάτρης της σκληρής προπόνησης και προτιμούσε τον αγώνα τον οποίο κάθε φορά απολάμβανε. Τα τελευταία χρόνια της καριέρας του ήταν εμφανή κάποια κιλά που είχε βάλει και παράλληλα οι φήμες έλεγαν ότι έκανε καταχρήσεις που δεν ταίριαζαν σε αθλητή.
   Ο Φάνης σίγουρα ανήκει στην κορυφαία πεντάδα του Ελληνικού μπάσκετ. Τι θα γινόταν όμως αν είχε αλλάξει νωρίτερα επίπεδο παίρνοντας μετεγγραφή από τον Πανιώνιο ή αν είχε δώσει μεγαλύτερη έμφαση στην προπόνηση και στη φυσική του κατάσταση; Αυτά τα δύο ερωτήματα τον εντάσσουν κατά τη γνώμη μου στην κατηγορία των ταλέντων που δεν έφτασαν στο ταβάνι των δυνατοτήτων τους.
  Δύσκολοι χαρακτήρες, λάθος επιλογές, λήψη αποφάσεων στη λάθος χρονική στιγμή και κάποιες φορές τραυματισμοί. Οι λόγοι που αυθεντικά ταλέντα δεν είχαν την πορεία που τους άξιζε ενώ αντίθετα λιγότερο ταλαντούχοι έκαναν την ακριβώς αντίθετη διαδρομή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου