Καλοκαιράκι, ο υδράργυρος ανεβαίνει συνεχώς, οι εφημερίδες αναφέρουν ως υποψήφιο για ασσόδυο της ομάδας του Πειραιά κάποιον Ντουάιτ Μπάικς (Μουμου Μπλάκνει ακούγοντας κάτι τέτοια σε νοσταλγώ) και έτσι αποφάσισα να επανέλθω, μετά από καιρό, ανοίγοντας το ντουλάπι των αναμνήσεων και να ιεραρχήσω τους κατ’εμέ καλύτερους ‘’κοινοτικούς’’ παίκτες που πέρασαν από τους ερυθρόλευκους. Μπάσκετ Μάνιακ
Τα ευρωπαϊκά σύνορα άνοιξαν το 1995 λόγω του παμπόνηρου Μπόσμαν και έκτοτε οι μπασκετικές ομάδες ξεκίνησαν να αγοράζουν και μη Αμερικανούς μπασκετμπολίστες με αποτέλεσμα καραβιές ξένων να κατακλείσουν τα πρωταθλήματα. Ας θυμηθούμε τους καλυτέρους που πέρασαν από το λιμάνι λαμβάνοντας υπόψη δύο κριτήρια. Α) Την μπασκετική τους αξία και Β) Την προσφορά τους στο σύλλογο.
10. Αρτούρας Καρνισόβας (Λιθουανία-1997/1998)
Μεγάλος σκόρερ αφίχθηκε στο λιμάνι μετά το πρώτο ευρωπαϊκό σαν αντίδοτο στις απώλειες Ρίβερς και Σιγάλα και έφερε ενθουσιασμό στο Σ.Ε.Φ. Επιβεβαίωσε τις προσδοκίες από νωρίς στο McDonald’s Cup απέναντι στους Μπουλς του αέρινου Μιχάλη, οδήγησε τους ερυθρόλευκους σε επικό σερί νικών. Απαράμιλλο στιλ, ικανότατος σουτέρ, παίκτης που δεν έπαιζε μόνο για τα στατιστικά του, κλασικό παράδειγμα σκόρερ της δεκαετίας του ’90. Δυστυχώς από αυτόν ξεκίνησε η κατάρα των Λιθουανών στον Ολυμπιακό. Πριν από τα νοκ-αουτ ματς με την Παρτιζάν τραυματίστηκε στο γόνατο, έχασε τη σειρά και μέχρι το τέλος της χρονιάς δεν ήταν ίδιος. Αποχώρησε χωρίς να κερδίσει κάποιο τρόπαιο σηματοδοτώντας την έναρξη των πέτρινων χρόνων των ερυθρολεύκων.
9. Στεφάν Ρισασέ (Γαλλία-2000/2002)
Ο συμπαθέστατος ράσταμαν αποκτήθηκε από την Ορτέζ προκαλώντας δυσπιστία ,για ακόμα μια φορά, για τις κινήσεις Κόκκαλη προκειμένου να επιστρέψει η ομάδα στην κορυφή. Καλός αθλητής, τα έδινε όλα στον αγωνιστικό χώρο και κέρδισε πολλές συμπάθειες στη θητεία του. Αριστερόχειρας, με καλό μακρινό σουτ και ταυτόχρονα αξιόπιστος αμυντικός. Την πρώτη χρονιά μαζί με τους γερόλυκους Ντίνο Ράτζα και Ντέιβιντ Ρίβερς στην επιστροφή του, προσπάθησαν να σώσουν τα προσχήματα αλλά το μόνο που κατάφεραν ήταν να πάνε τους τελικούς στα πέντε παιχνίδια. Την επόμενη σεζόν έκανε μερικές καταπληκτικές εμφανίσεις με αποκορύφωμα τον αποκλεισμό του πρωταθλητή Ευρώπης ,λίγες μέρες πριν στην Μπολόνια, Παναθηναϊκού. Κορυφαία εμφάνιση του στο 80-89 του Ο.Α.Κ.Α. έχοντας πάρει φωτιά από τα 6.25, ενώ όλοι θυμούνται την απίστευτη κλοτσοπατινάδα του επαναληπτικού στο Σ.Ε.Φ. που ξεκίνησαν ανταλλάσοντας μπουνιές με τον Λάζαρο Παπαδόπουλο. Την ίδια χρονιά πανηγύρισε το κύπελλο ενώ το πρωτάθλημα χάθηκε από την Α.Ε.Κ.
8. Κρίστιαν Βελπ (Γερμανία-1996/1997)
Το καλοκαίρι του 1996 ο Ντούσαν Ίβκοβιτς θέλοντας να ενισχύσει την γραμμή των ψηλών φέρνει από την Μπάγερν τον Γερμανό γίγαντα συμπληρώνοντας τέλεια τους Φασούλα και Τάρλατς. Έχοντας θητεία στο ΝΒΑ και εμπειρία από την εθνική ομάδα, δεν άργησε να δικαιώσει τις προσδοκίες. Δυνατό κορμί, αξιόπιστος ριμπάουντερ έδινε ποιοτικά λεπτά συμμετοχής και πολύτιμες βοήθειες από τον πάγκο. Παράλληλα διέθετε καλή τεχνική ενώ όταν βρισκόταν στην κορυφή της ρακέτας είτε θα έβλεπε έγκαιρα το ‘’κόψιμο’’ στη μπέιζ λάιν εν είδη πλέι μέικερ είτε θα ‘’έσταζε’’ το τριποντάκι του όντας για το ύψος του αξιόπιστος σουτέρ τριών πόντων. Πανηγύρισε το τριπλ κράουν και αποχώρησε για την Άλμπα Βερολίνου.
7. Ινιάκι Ντε Μιγκέλ (Ισπανία-1999/2003)
Ο πρώτος κοινοτικός που έμεινε τόσα χρόνια στο λιμάνι. Ο Γιάννης Ιωαννίδης με την επιστροφή του στον Πειραιά τον επέλεξε σαν χαμάλη πολυτελείας για να πλαισιώσει το έτερο ‘’ποιοτικό’’ τεσσάρι Τζόσουα Γκραντ και τον έφερε από την Εστουντιάντες. Πεισματάρης, παθιασμένος μαχητής, έπαιζε περισσότερο με το μυαλό και την καρδιά παρά με το ταλέντο του. Πολύ καλός αμυντικός, σκληρός όταν χρειαζόταν κέρδιζε ολοένα και περισσότερο χρόνο συμμετοχής. Τα χρόνια περνούσαν, οι προπονητές άλλαζαν σαν τα πουκάμισα όμως ο συμπαθής ξανθομάλλης παρέμενε στην ομάδα βελτιώνοντας παράλληλα αισθητά το επιθετικό του παιχνίδι κερδίζοντας μια θέση στην εθνική ομάδα της Ισπανίας. Άτυχος καθώς έπεσε στα τελευταία χρόνια της προεδρίας Κόκκαλη παίζοντας ακόμα και στο κοτέτσι του Κορυδαλλού, κέρδισε μόνο το κύπελλο του 2002. Από τους πιο αγαπημένους της κόκκινης εξέδρας εκείνα τα χρόνια.
6. Ζάρκο Πάσπαλι (Μαυροβούνιο-1991/1994)
Ο αριστερόχειρας σκόρερ ,που έφτασε στην Ελλάδα από την Παρτιζάν αφού πρώτα είχε κάνει ένα σύντομο αποτυχημένο πέρασμα από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, συνδύασε το όνομά του με την αναγέννηση του τμήματος μπάσκετ των ερυθρολεύκων υπό τις οδηγίες του Ξανθού. Εκπληκτικός σμολ φόργουρντ, με ένα φαινομενικά ανορθόδοξο αλλά απίστευτα αποτελεσματικό στιλ φόρτωσε τα καλάθια των αντιπάλων με αμέτρητους πόντους. Μετά τη σταδιακή κατάκτηση των εγχώριων πρωτείων, ο διακαής πόθος όλων ήταν το φάιναλ φορ. Αφού αποκλείστηκαν ένα βήμα πριν τους 4 από την Λιμόζ, την επόμενη χρονιά οι ερυθρόλευκοι στο Τελ Αβιβ με μια μοναδική παράσταση του Ζάρκο απέκλεισαν τον αιώνιο αντίπαλο και αντιμετώπισαν την άσημη Μπανταλόνα του Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς.
Ο Ιωαννίδης φύσαγε και ξεφύσαγε αφού οι Πειραιώτες κόλλησαν στο σκορ για ώρα και ο Μαυροβούνιος έχασε κρίσιμες βολές αφήνοντας αλησμόνητο τον πρώτο χαμένο τελικό τόσο στον κόουτς όσο και στους φίλαθλους. Από τότε ο Ζάρκο προτιμούσε να παίζει ένας με έναν παρά να σουτάρει από τη γραμμή με τον μύθο να λέει ότι πριν τη θητεία του στους Σπερς για να αυξήσει τη μυϊκή του μάζα έκανε εντατική προπόνηση με βάρη τραυμάτισε σοβαρά τένοντα του αριστερού του χεριού χαλώντας έτσι τα ποσοστά του. Αποχώρησε το καλοκαίρι του 1994 ακολουθώντας αντίθετη πορεία με τον Σάσα Βολκώφ έχοντας κερδίσει 2 πρωταθλήματα και 1 κύπελλο.
5. Άρβιντας Ματσιγιάουσκας (Λιθουανία-2006/2008)
Το σίριαλ κράτησε αρκετές εβδομάδες. Οι αδελφοί Αγγελόπουλοι με ένα πλουσιοπάροχο συμβόλαιο πείθουν τον ‘’Μάτσε’’ να έρθει στο λιμάνι και οι ερυθρόλευκοι φίλαθλοι τρελαίνονται. Εκπληκτικός σκόρερ, σούταρε για τρεις με κλειστά μάτια, είχε δώσει τα διαπιστευτήρια του τόσο με την τότε Ταού όσο και με την εθνική του ομάδα. Απίστευτα ποσοστά ευστοχίας, ένας τρομερός εκτελεστής τόσο με στατικό όσο και με σουτ έπειτα από ντρίμπλα, ικανότατος στις διεισδύσεις. Αφίχθηκε μετά βαΐων και κλάδων δίνοντας σε όλους την εντύπωση πως με αυτόν ηγέτη τα πέτρινα χρόνια είχαν φτάσει στο τέλος τους. Κάπου εκεί η κατάρα των Λιθουανών ξαναχτυπά.
Στο πρώτο κιόλας φιλικό προετοιμασίας επί ιταλικού εδάφους θα υποστεί ρήξη αχίλλειου τένοντα και όλοι παγώνουν. Επανέρχεται λίγο πριν τα πλέι οφ του πρωταθλήματος και δίνει δείγματα του ταλέντου του όμως ο όρος ‘’non-call’’ θα στερήσει τον τίτλο από τους Πειραιώτες. Την επόμενη χρονιά ξεκινάει φουριόζος, με συμπαραστάτη τον ιδιόρρυθμο Κιντέλ Γουντς μοιράζουν κατοστάρες, με τον τρελο-Πίνι Γκέρσον να τρίβει τα χέρια του. Κατάρα μέρος 2ο και ο μπομπέρ του Θρύλου τραυματίζεται κατά την περίοδο των διακοπών παίζοντας μπάσκετ με φίλους στην πατρίδα του(;) δεν θα ξαναβρεί ποτέ τον καλό του εαυτό, θα καταλήξει στα δικαστήρια με την Κ.Α.Ε. και θα φύγει άδοξα από τη χώρα μας χωρίς να κερδίσει τίτλο. Σηματοδότησε την εποχή των μεγάλων μεταγραφών των προέδρων και όλοι θα μείνουν με το αναπάντητο ερώτημα τι θα γινόταν αν ήταν υγιής.
4. Λίνας Κλέιζα (Λιθουανία-2009/2010)
Ο Γιώργος Πρίντεζης ήταν παρελθόν και ο Παναγιώτης Γιαννάκης έψαχνε αντικαταστάτη. Τα αφεντικά είχαν βαλθεί να τρελάνουν κόσμο και αυτό που ακουγόταν σαν ψίθυρος έγινε πραγματικότητα. Ο Λίνας Κλέιζα στα ερυθρόλευκα! Τεσσάρι με σημαντική εμπειρία από το ΝΒΑ με τους Ντένβερ Νάγκετς (με ρεκόρ καριέρας τους 41 πόντους!) έλαβε ένα χρυσό συμβόλαιο και έφτασε στον Πειραιά με στόχο να οδηγήσει παρέα με τον Τζος Τσιλντρες την ομάδα στην κορυφή όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης. Σκόραρε από παντού και με κάθε τρόπο. Από κοντά και από μακριά. Με πρόσωπο και πλάτη. Δεν δίσταζε να πάρει τραβηγμένα σουτ και απολάμβανε το καλάθι στο πρόσωπο του αντιπάλου βγάζοντας γλώσσα και πανηγυρίζοντας χαρακτηριστικά.
Αυτή τη φορά η κατάρα δεν χτύπησε, ο Λιθουανός ήταν υγιής όμως κάπου εκεί άρχισε να φαίνεται πως έπαιζε περισσότερο για τα στατιστικά του και για να βγει πρώτος σκόρερ στην Ευρωλίγκα (όπως και το κατάφερε τελικά) παρά για την ομάδα. Πανηγύρισε το κύπελλο και οδήγησε εκ του ασφαλούς τον Θρύλο στο φάιναλ φορ όπου επικράτησε της Παρτιζάν στην παράταση (στο ματς που όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια έμελλε να αλλάξει την ιστορία της ομάδας) αλλά στον τελικό ήρθε η συντριβή από τη Μπαρτσελόνα. Στους τελικούς ο Ολυμπιακός ηττάται με 3-1, με τους γκρι να τείνουν χείρα βοηθείας στους πράσινους στον τρίτο τελικό για να γυρίσει το ματς από το -14 που ήταν και η μοναδική αναλαμπή των ερυθρόλευκων. Κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τον Λίνας για έλλειψη πάθους αλλά του χρεώνονται η απουσία ομαδικής σκέψης καθώς και η μη ανάληψη ηγετικού ρόλου στους τελικούς. Στο τέλος της χρονιάς απογοητευμένος ίσως και από τα θλιβερά επεισόδια στο Σ.Ε.Φ. στο τελευταίο παιχνίδι από τους γνωστούς ανεγκέφαλους, κάνει χρήση του ειδικού όρου και αποχωρεί για τους Ράπτορς.
3. Ντράγκαν Τάρλατς (Σερβία-1992/2000)
Ξεχωριστό κεφάλαιο αφού μαζί με τον Τόμιτς και τον Νάκιτς ήρθαν στον Πειραιά εν μέσω της εμπόλεμης κατάστασης στην τότε ενωμένη Γιουγκοσλαβία και εκμεταλλευόμενοι την πολιτική για ‘’ελληνοποιήσεις’’ αθλητών έπαιξαν μπάσκετ χωρίς να λογίζονται ως ξένοι. Ο ‘’Τάκι’’ ήρθε στα 19 του στον Ολυμπιακό ως επένδυση για το μέλλον όμως χρόνο με το χρόνο κέρδιζε τόσο την εμπιστοσύνη των προπονητών του όσο και χρόνο συμμετοχής. Αποτέλεσε το άλτερ έγκο του Παναγιώτη Φασούλα, με τους ερυθρόλευκους να παίζουν συχνά με δίδυμους πύργους και τον νεαρό Σέρβο ως τεσσάρι έως ότου η αράχνη να παραδώσει την σκυτάλη.
Δυνατός σέντερ, δεν φοβόταν τη σωματική επαφή με τους αντίπαλους, ενώ φημιζόταν για το καλό παιχνίδι και τις όμορφες κινήσεις του μέσα στο ζωγραφιστό. Μετά την αποχώρηση του ψηλόλιγνου Θεσσαλονικιού ο ‘’Τάκι’’ χρίστηκε ηγέτης στη γραμμή των ψηλών και οι εμφανίσεις του έπεισαν τους Μπουλς με τους οποίους φλέρταρε για καιρό και έκανε το άλμα για τον μαγικό κόσμο του ΝΒΑ το 2000 αποχαιρετώντας τους ερυθρόλευκους. Στη μνήμη των φιλάθλων θα μείνει για τη δύναμη και το πάθος του έχοντας συνδέσει το όνομά του με την χρυσή δεκαετία του ’90 για τον μπασκετικό Ολυμπιακό. Κατέκτησε 5 πρωταθλήματα, 2 κύπελλα, 1 ευρωλίγκα ενώ συμμετείχε σε ακόμα 3 φάιναλ φορ. Διεθνής με την εθνική ομάδα της χώρας του.
2. Μίλος Τεόντοσιτς (Σερβία-2007/2011)
Ένα ακόμα μέλος της μεγάλης των Πλάβι σχολής. Η μετεγγραφή του έγινε το καλοκαίρι του 2007 χωρίς ιδιαίτερες τυμπανοκρουσίες και οφείλεται στους προέδρους που ξέροντας μπάσκετ πίστεψαν στο ταλέντο του πιτσιρικά τότε Μίλος παρά στον Πίνι Γκέρσον που δύσκολα άνοιγε τους ορίζοντές του πέρα από του Αμερικανούς. Στην αρχή τα πράγματα ήταν δύσκολα για τον Σέρβο αλλά σιγά-σιγά άρχισε να δείχνει μέρος του ταλέντου του. Ηγέτης με την μπάλα στα χέρια, καλός οργανωτής, με έφεση στο γρήγορο παιχνίδι, ειδικός στις λέιζερ και νον λουκ πάσες ενώ στη βραδιά του σκότωνε έξω από τη γραμμή του τρίποντου.
Τα χρόνια περνούσαν και σταδιακά έπαιρνε την μπαγκέτα από τους προπονητές για να καθοδηγεί την πεντάδα. Αναμφισβήτητα η καλύτερή του χρονιά ήταν το 2009/2010 αφού οδήγησε την ομάδα του Γιαννάκη στην κατάκτηση του κυπέλλου με προσωπικό ρεσιτάλ, μέχρι τον τελικό της ευρωλίγκα όπου αναδείχθηκε και πολυτιμότερος παίκτης της κανονικής περιόδου αλλά στους τελικούς με τον Παναθηναϊκό ήταν ευδιάκριτα όσο ποτέ τα μειονεκτήματά του. Μη έχοντας έναν προπονητή που θα μπορούσε να χαλιναγωγήσει τον τρόπο παιχνιδιού του έκανε λάθος επιλογές, σούταρε από τα 7 και 8 μέτρα χωρίς λογική και γενικά έχανε τον έλεγχο και την ψυχραιμία του χωρίς να μπορεί να καθοδηγήσει σωστά την ομάδα. Την επόμενη χρονιά με την έλευση του Βασίλη Σπανούλη ο χρόνος συμμετοχής μειώθηκε. Ο Μίλος είχε ως καλύτερη στιγμή την εμφάνισή του στον τελικό του κυπέλλου χαρίζοντας στην ομάδα του το τρόπαιο με απόντα λόγω τραυματισμού τον Σπανούλη (δεν ήταν τυχαίο σύμφωνα με μία άποψη ότι οι καλές εμφανίσεις του Σέρβου έγιναν με απόντα τον Κιλ-Μπιλ συμπεραίνοντας πως οι δυο τους δεν ταίριαζαν). Η απόφαση για αλλαγή πολιτικής είχε ληφθεί και έτσι οι αδελφοί Αγγελόπουλοι έχρισαν ηγέτη τον Λαρισαίο γκαρντ με την ΤΣΣΚΑ να αποκτά τον χαρισματικό άσσο. Ο Σέρβος είχε όλα τα φόντα να γράψει ιστορία με την ερυθρόλευκη φανέλα όμως αφού ακόμη και ο μέντοράς του Ντούσαν Ίβκοβιτς δεν μπόρεσε να τον βάλει σε ‘’καλούπι’’ η συνέχεια ήταν προδιαγεγραμμένη. Η εικόνα του στον τελικό του 2012 μάλλον δικαιώνει την τελευταία άποψη αφού ο Μίλος στα δύσκολα λύγισε…
1. Μίλαν Τόμιτς (Σερβία-1991/2004)
Το μεγάλο κεφάλαιο. Ο εμβληματικός αρχηγός. Ο παίκτης του προπονητή. Ο προπονητής μέσα στο παρκέ. Έφτασε στην Ελλάδα αρχικά για να δοκιμαστεί και έπεισε τον Ιωαννίδη ο οποίος διέκρινε όχι τόσο τα αγωνιστικά του χαρακτηριστικά αλλά κυρίως το πάθος και τη θέληση που έδειχνε. Χαρακτηριστική μορφή στις πρώτες του χρονιές με μαλλί απουσιολόγου-καλού παιδιού και κοντομάνικο μπλουζάκι κάτω από τη φανέλα (ακόμα θυμάμαι τη μάνα μου να φωνάζει όταν πήγαινα για μπάσκετ στη γειτονιά: ‘’βγαλε τη μία μπλούζα παιδί μου που τα έχεις δει αυτά;’’). Έδειξε από νωρίς τα προσόντα του με καλή οργάνωση παιχνιδιού, σκληρή άμυνα, ασφυκτική πίεση στα αντίπαλα γκαρντ και τρίποντα από το… σπίτι του. Η καθιέρωση στην αρχική πεντάδα δεν άργησε να έρθει με τον Ίβκοβιτς να τον χρησιμοποιεί ως βασικό οργανωτή ελευθερώνοντας τον Ρίβερς στη θέση 2. Με αυτή τη συνταγή ο Θρύλος τα πήρε όλα. Η συνέχεια ήταν δύσκολη. Τα χρόνια πέρασαν, τα μαλλιά αραίωσαν, το κοντομάνικο μπλουζάκι έφυγε όπως και οι τίτλοι. Ο αρχηγός όμως ήταν εκεί. Δεν άφησε την ομάδα στα δύσκολα, έμεινε πιστός αν και θα μπορούσε εύκολα να μετεγγραφεί και συνέχισε να παλεύει σε δύσκολες εποχές. Μοναδική αναλαμπή το κύπελλο του 2002 και ο αποκλεισμός του αιώνιου αντίπαλου με 2-0 την ίδια χρονιά. Το τέλος της καριέρας του Μίλαν δεν ήταν αυτό που άξιζε στον αρχηγό.
Ο Σωκράτης Κόκκαλης έχοντας χάσει την όρεξη για τον μπασκετικό Ολυμπιακό, προβαίνει σε σπασμωδικές κινήσεις και τον βαφτίζει μέσα σε μια νύχτα παίκτη-προπονητή τερματίζοντας την μεγάλη καριέρα του στερώντας την δυνατότητα για το αντίο που του άξιζε. Θα τον θυμόμαστε για το απίστευτο πάθος του, τις ηγετικές του ικανότητες, τα τρίποντα βόμβες πολύ πίσω από την γραμμή του τρίποντου και για την ανεπανάληπτη αφοσίωση στον σύλλογο που αγάπησε και αγαπήθηκε όσο λίγοι! Επικές στιγμές τα ουκ ολίγα μπάζερ-μπίτερ του, η ιστορική στιγμή που έπαιξε με αντίπαλο τον Μάικλ Τζόρνταν ( ενώ τον μάρκαρε τον προκάλεσε να του βάλει καλάθι. Ο αέρινος έπαιξε με πλάτη, σουτ εκτός ισορροπίας, μόνο διχτάκι. Ο Μάικλ τον κοίταξε, ο Μίλαν χαμογέλασε και του είπε το αμίμητο: ‘’Καλός είσαι αλλά εγώ είμαι καλύτερος στα τρίποντα!’’), ενώ η σχέση του με τον Ντέγιαν Μποντιρόγκα πέρασε από σαράντα κύματα και μερικές δεκάδες μπουνιές! Κατέκτησε 5 πρωταθλήματα, 3 κύπελλα, 1 ευρωλίγκα, συμμετοχή σε ακόμα 3 φάιναλ φορ ενώ αξιοσημείωτο είναι ότι δεν έπαιξε με καμία εθνική ομάδα ίσως και από προσωπική επιλογή. Από το 2008 είναι μέλος του προπονητικού επιτελείου της ομάδας που αγάπησε. Στη μνήμη θα μείνει ως ο πεισματάρης παίκτης του προπονητή, ο πιστός μαχητής, ο πραγματικός αρχηγός…
Υ.Γ. Προφανώς υπάρχουν αρκετοί ακόμα που θα μπορούσαν να έχουν θέση στη δεκάδα αλλά το τρίτο και αναπόφευκτο κριτήριο ήταν η συμπάθεια του γράφοντα.
Τα ευρωπαϊκά σύνορα άνοιξαν το 1995 λόγω του παμπόνηρου Μπόσμαν και έκτοτε οι μπασκετικές ομάδες ξεκίνησαν να αγοράζουν και μη Αμερικανούς μπασκετμπολίστες με αποτέλεσμα καραβιές ξένων να κατακλείσουν τα πρωταθλήματα. Ας θυμηθούμε τους καλυτέρους που πέρασαν από το λιμάνι λαμβάνοντας υπόψη δύο κριτήρια. Α) Την μπασκετική τους αξία και Β) Την προσφορά τους στο σύλλογο.
10. Αρτούρας Καρνισόβας (Λιθουανία-1997/1998)
Μεγάλος σκόρερ αφίχθηκε στο λιμάνι μετά το πρώτο ευρωπαϊκό σαν αντίδοτο στις απώλειες Ρίβερς και Σιγάλα και έφερε ενθουσιασμό στο Σ.Ε.Φ. Επιβεβαίωσε τις προσδοκίες από νωρίς στο McDonald’s Cup απέναντι στους Μπουλς του αέρινου Μιχάλη, οδήγησε τους ερυθρόλευκους σε επικό σερί νικών. Απαράμιλλο στιλ, ικανότατος σουτέρ, παίκτης που δεν έπαιζε μόνο για τα στατιστικά του, κλασικό παράδειγμα σκόρερ της δεκαετίας του ’90. Δυστυχώς από αυτόν ξεκίνησε η κατάρα των Λιθουανών στον Ολυμπιακό. Πριν από τα νοκ-αουτ ματς με την Παρτιζάν τραυματίστηκε στο γόνατο, έχασε τη σειρά και μέχρι το τέλος της χρονιάς δεν ήταν ίδιος. Αποχώρησε χωρίς να κερδίσει κάποιο τρόπαιο σηματοδοτώντας την έναρξη των πέτρινων χρόνων των ερυθρολεύκων.
9. Στεφάν Ρισασέ (Γαλλία-2000/2002)
Ο συμπαθέστατος ράσταμαν αποκτήθηκε από την Ορτέζ προκαλώντας δυσπιστία ,για ακόμα μια φορά, για τις κινήσεις Κόκκαλη προκειμένου να επιστρέψει η ομάδα στην κορυφή. Καλός αθλητής, τα έδινε όλα στον αγωνιστικό χώρο και κέρδισε πολλές συμπάθειες στη θητεία του. Αριστερόχειρας, με καλό μακρινό σουτ και ταυτόχρονα αξιόπιστος αμυντικός. Την πρώτη χρονιά μαζί με τους γερόλυκους Ντίνο Ράτζα και Ντέιβιντ Ρίβερς στην επιστροφή του, προσπάθησαν να σώσουν τα προσχήματα αλλά το μόνο που κατάφεραν ήταν να πάνε τους τελικούς στα πέντε παιχνίδια. Την επόμενη σεζόν έκανε μερικές καταπληκτικές εμφανίσεις με αποκορύφωμα τον αποκλεισμό του πρωταθλητή Ευρώπης ,λίγες μέρες πριν στην Μπολόνια, Παναθηναϊκού. Κορυφαία εμφάνιση του στο 80-89 του Ο.Α.Κ.Α. έχοντας πάρει φωτιά από τα 6.25, ενώ όλοι θυμούνται την απίστευτη κλοτσοπατινάδα του επαναληπτικού στο Σ.Ε.Φ. που ξεκίνησαν ανταλλάσοντας μπουνιές με τον Λάζαρο Παπαδόπουλο. Την ίδια χρονιά πανηγύρισε το κύπελλο ενώ το πρωτάθλημα χάθηκε από την Α.Ε.Κ.
8. Κρίστιαν Βελπ (Γερμανία-1996/1997)
Το καλοκαίρι του 1996 ο Ντούσαν Ίβκοβιτς θέλοντας να ενισχύσει την γραμμή των ψηλών φέρνει από την Μπάγερν τον Γερμανό γίγαντα συμπληρώνοντας τέλεια τους Φασούλα και Τάρλατς. Έχοντας θητεία στο ΝΒΑ και εμπειρία από την εθνική ομάδα, δεν άργησε να δικαιώσει τις προσδοκίες. Δυνατό κορμί, αξιόπιστος ριμπάουντερ έδινε ποιοτικά λεπτά συμμετοχής και πολύτιμες βοήθειες από τον πάγκο. Παράλληλα διέθετε καλή τεχνική ενώ όταν βρισκόταν στην κορυφή της ρακέτας είτε θα έβλεπε έγκαιρα το ‘’κόψιμο’’ στη μπέιζ λάιν εν είδη πλέι μέικερ είτε θα ‘’έσταζε’’ το τριποντάκι του όντας για το ύψος του αξιόπιστος σουτέρ τριών πόντων. Πανηγύρισε το τριπλ κράουν και αποχώρησε για την Άλμπα Βερολίνου.
7. Ινιάκι Ντε Μιγκέλ (Ισπανία-1999/2003)
Ο πρώτος κοινοτικός που έμεινε τόσα χρόνια στο λιμάνι. Ο Γιάννης Ιωαννίδης με την επιστροφή του στον Πειραιά τον επέλεξε σαν χαμάλη πολυτελείας για να πλαισιώσει το έτερο ‘’ποιοτικό’’ τεσσάρι Τζόσουα Γκραντ και τον έφερε από την Εστουντιάντες. Πεισματάρης, παθιασμένος μαχητής, έπαιζε περισσότερο με το μυαλό και την καρδιά παρά με το ταλέντο του. Πολύ καλός αμυντικός, σκληρός όταν χρειαζόταν κέρδιζε ολοένα και περισσότερο χρόνο συμμετοχής. Τα χρόνια περνούσαν, οι προπονητές άλλαζαν σαν τα πουκάμισα όμως ο συμπαθής ξανθομάλλης παρέμενε στην ομάδα βελτιώνοντας παράλληλα αισθητά το επιθετικό του παιχνίδι κερδίζοντας μια θέση στην εθνική ομάδα της Ισπανίας. Άτυχος καθώς έπεσε στα τελευταία χρόνια της προεδρίας Κόκκαλη παίζοντας ακόμα και στο κοτέτσι του Κορυδαλλού, κέρδισε μόνο το κύπελλο του 2002. Από τους πιο αγαπημένους της κόκκινης εξέδρας εκείνα τα χρόνια.
6. Ζάρκο Πάσπαλι (Μαυροβούνιο-1991/1994)
Ο αριστερόχειρας σκόρερ ,που έφτασε στην Ελλάδα από την Παρτιζάν αφού πρώτα είχε κάνει ένα σύντομο αποτυχημένο πέρασμα από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, συνδύασε το όνομά του με την αναγέννηση του τμήματος μπάσκετ των ερυθρολεύκων υπό τις οδηγίες του Ξανθού. Εκπληκτικός σμολ φόργουρντ, με ένα φαινομενικά ανορθόδοξο αλλά απίστευτα αποτελεσματικό στιλ φόρτωσε τα καλάθια των αντιπάλων με αμέτρητους πόντους. Μετά τη σταδιακή κατάκτηση των εγχώριων πρωτείων, ο διακαής πόθος όλων ήταν το φάιναλ φορ. Αφού αποκλείστηκαν ένα βήμα πριν τους 4 από την Λιμόζ, την επόμενη χρονιά οι ερυθρόλευκοι στο Τελ Αβιβ με μια μοναδική παράσταση του Ζάρκο απέκλεισαν τον αιώνιο αντίπαλο και αντιμετώπισαν την άσημη Μπανταλόνα του Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς.
Ο Ιωαννίδης φύσαγε και ξεφύσαγε αφού οι Πειραιώτες κόλλησαν στο σκορ για ώρα και ο Μαυροβούνιος έχασε κρίσιμες βολές αφήνοντας αλησμόνητο τον πρώτο χαμένο τελικό τόσο στον κόουτς όσο και στους φίλαθλους. Από τότε ο Ζάρκο προτιμούσε να παίζει ένας με έναν παρά να σουτάρει από τη γραμμή με τον μύθο να λέει ότι πριν τη θητεία του στους Σπερς για να αυξήσει τη μυϊκή του μάζα έκανε εντατική προπόνηση με βάρη τραυμάτισε σοβαρά τένοντα του αριστερού του χεριού χαλώντας έτσι τα ποσοστά του. Αποχώρησε το καλοκαίρι του 1994 ακολουθώντας αντίθετη πορεία με τον Σάσα Βολκώφ έχοντας κερδίσει 2 πρωταθλήματα και 1 κύπελλο.
5. Άρβιντας Ματσιγιάουσκας (Λιθουανία-2006/2008)
Το σίριαλ κράτησε αρκετές εβδομάδες. Οι αδελφοί Αγγελόπουλοι με ένα πλουσιοπάροχο συμβόλαιο πείθουν τον ‘’Μάτσε’’ να έρθει στο λιμάνι και οι ερυθρόλευκοι φίλαθλοι τρελαίνονται. Εκπληκτικός σκόρερ, σούταρε για τρεις με κλειστά μάτια, είχε δώσει τα διαπιστευτήρια του τόσο με την τότε Ταού όσο και με την εθνική του ομάδα. Απίστευτα ποσοστά ευστοχίας, ένας τρομερός εκτελεστής τόσο με στατικό όσο και με σουτ έπειτα από ντρίμπλα, ικανότατος στις διεισδύσεις. Αφίχθηκε μετά βαΐων και κλάδων δίνοντας σε όλους την εντύπωση πως με αυτόν ηγέτη τα πέτρινα χρόνια είχαν φτάσει στο τέλος τους. Κάπου εκεί η κατάρα των Λιθουανών ξαναχτυπά.
Στο πρώτο κιόλας φιλικό προετοιμασίας επί ιταλικού εδάφους θα υποστεί ρήξη αχίλλειου τένοντα και όλοι παγώνουν. Επανέρχεται λίγο πριν τα πλέι οφ του πρωταθλήματος και δίνει δείγματα του ταλέντου του όμως ο όρος ‘’non-call’’ θα στερήσει τον τίτλο από τους Πειραιώτες. Την επόμενη χρονιά ξεκινάει φουριόζος, με συμπαραστάτη τον ιδιόρρυθμο Κιντέλ Γουντς μοιράζουν κατοστάρες, με τον τρελο-Πίνι Γκέρσον να τρίβει τα χέρια του. Κατάρα μέρος 2ο και ο μπομπέρ του Θρύλου τραυματίζεται κατά την περίοδο των διακοπών παίζοντας μπάσκετ με φίλους στην πατρίδα του(;) δεν θα ξαναβρεί ποτέ τον καλό του εαυτό, θα καταλήξει στα δικαστήρια με την Κ.Α.Ε. και θα φύγει άδοξα από τη χώρα μας χωρίς να κερδίσει τίτλο. Σηματοδότησε την εποχή των μεγάλων μεταγραφών των προέδρων και όλοι θα μείνουν με το αναπάντητο ερώτημα τι θα γινόταν αν ήταν υγιής.
4. Λίνας Κλέιζα (Λιθουανία-2009/2010)
Ο Γιώργος Πρίντεζης ήταν παρελθόν και ο Παναγιώτης Γιαννάκης έψαχνε αντικαταστάτη. Τα αφεντικά είχαν βαλθεί να τρελάνουν κόσμο και αυτό που ακουγόταν σαν ψίθυρος έγινε πραγματικότητα. Ο Λίνας Κλέιζα στα ερυθρόλευκα! Τεσσάρι με σημαντική εμπειρία από το ΝΒΑ με τους Ντένβερ Νάγκετς (με ρεκόρ καριέρας τους 41 πόντους!) έλαβε ένα χρυσό συμβόλαιο και έφτασε στον Πειραιά με στόχο να οδηγήσει παρέα με τον Τζος Τσιλντρες την ομάδα στην κορυφή όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης. Σκόραρε από παντού και με κάθε τρόπο. Από κοντά και από μακριά. Με πρόσωπο και πλάτη. Δεν δίσταζε να πάρει τραβηγμένα σουτ και απολάμβανε το καλάθι στο πρόσωπο του αντιπάλου βγάζοντας γλώσσα και πανηγυρίζοντας χαρακτηριστικά.
Αυτή τη φορά η κατάρα δεν χτύπησε, ο Λιθουανός ήταν υγιής όμως κάπου εκεί άρχισε να φαίνεται πως έπαιζε περισσότερο για τα στατιστικά του και για να βγει πρώτος σκόρερ στην Ευρωλίγκα (όπως και το κατάφερε τελικά) παρά για την ομάδα. Πανηγύρισε το κύπελλο και οδήγησε εκ του ασφαλούς τον Θρύλο στο φάιναλ φορ όπου επικράτησε της Παρτιζάν στην παράταση (στο ματς που όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια έμελλε να αλλάξει την ιστορία της ομάδας) αλλά στον τελικό ήρθε η συντριβή από τη Μπαρτσελόνα. Στους τελικούς ο Ολυμπιακός ηττάται με 3-1, με τους γκρι να τείνουν χείρα βοηθείας στους πράσινους στον τρίτο τελικό για να γυρίσει το ματς από το -14 που ήταν και η μοναδική αναλαμπή των ερυθρόλευκων. Κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τον Λίνας για έλλειψη πάθους αλλά του χρεώνονται η απουσία ομαδικής σκέψης καθώς και η μη ανάληψη ηγετικού ρόλου στους τελικούς. Στο τέλος της χρονιάς απογοητευμένος ίσως και από τα θλιβερά επεισόδια στο Σ.Ε.Φ. στο τελευταίο παιχνίδι από τους γνωστούς ανεγκέφαλους, κάνει χρήση του ειδικού όρου και αποχωρεί για τους Ράπτορς.
3. Ντράγκαν Τάρλατς (Σερβία-1992/2000)
Ξεχωριστό κεφάλαιο αφού μαζί με τον Τόμιτς και τον Νάκιτς ήρθαν στον Πειραιά εν μέσω της εμπόλεμης κατάστασης στην τότε ενωμένη Γιουγκοσλαβία και εκμεταλλευόμενοι την πολιτική για ‘’ελληνοποιήσεις’’ αθλητών έπαιξαν μπάσκετ χωρίς να λογίζονται ως ξένοι. Ο ‘’Τάκι’’ ήρθε στα 19 του στον Ολυμπιακό ως επένδυση για το μέλλον όμως χρόνο με το χρόνο κέρδιζε τόσο την εμπιστοσύνη των προπονητών του όσο και χρόνο συμμετοχής. Αποτέλεσε το άλτερ έγκο του Παναγιώτη Φασούλα, με τους ερυθρόλευκους να παίζουν συχνά με δίδυμους πύργους και τον νεαρό Σέρβο ως τεσσάρι έως ότου η αράχνη να παραδώσει την σκυτάλη.
Δυνατός σέντερ, δεν φοβόταν τη σωματική επαφή με τους αντίπαλους, ενώ φημιζόταν για το καλό παιχνίδι και τις όμορφες κινήσεις του μέσα στο ζωγραφιστό. Μετά την αποχώρηση του ψηλόλιγνου Θεσσαλονικιού ο ‘’Τάκι’’ χρίστηκε ηγέτης στη γραμμή των ψηλών και οι εμφανίσεις του έπεισαν τους Μπουλς με τους οποίους φλέρταρε για καιρό και έκανε το άλμα για τον μαγικό κόσμο του ΝΒΑ το 2000 αποχαιρετώντας τους ερυθρόλευκους. Στη μνήμη των φιλάθλων θα μείνει για τη δύναμη και το πάθος του έχοντας συνδέσει το όνομά του με την χρυσή δεκαετία του ’90 για τον μπασκετικό Ολυμπιακό. Κατέκτησε 5 πρωταθλήματα, 2 κύπελλα, 1 ευρωλίγκα ενώ συμμετείχε σε ακόμα 3 φάιναλ φορ. Διεθνής με την εθνική ομάδα της χώρας του.
2. Μίλος Τεόντοσιτς (Σερβία-2007/2011)
Ένα ακόμα μέλος της μεγάλης των Πλάβι σχολής. Η μετεγγραφή του έγινε το καλοκαίρι του 2007 χωρίς ιδιαίτερες τυμπανοκρουσίες και οφείλεται στους προέδρους που ξέροντας μπάσκετ πίστεψαν στο ταλέντο του πιτσιρικά τότε Μίλος παρά στον Πίνι Γκέρσον που δύσκολα άνοιγε τους ορίζοντές του πέρα από του Αμερικανούς. Στην αρχή τα πράγματα ήταν δύσκολα για τον Σέρβο αλλά σιγά-σιγά άρχισε να δείχνει μέρος του ταλέντου του. Ηγέτης με την μπάλα στα χέρια, καλός οργανωτής, με έφεση στο γρήγορο παιχνίδι, ειδικός στις λέιζερ και νον λουκ πάσες ενώ στη βραδιά του σκότωνε έξω από τη γραμμή του τρίποντου.
Τα χρόνια περνούσαν και σταδιακά έπαιρνε την μπαγκέτα από τους προπονητές για να καθοδηγεί την πεντάδα. Αναμφισβήτητα η καλύτερή του χρονιά ήταν το 2009/2010 αφού οδήγησε την ομάδα του Γιαννάκη στην κατάκτηση του κυπέλλου με προσωπικό ρεσιτάλ, μέχρι τον τελικό της ευρωλίγκα όπου αναδείχθηκε και πολυτιμότερος παίκτης της κανονικής περιόδου αλλά στους τελικούς με τον Παναθηναϊκό ήταν ευδιάκριτα όσο ποτέ τα μειονεκτήματά του. Μη έχοντας έναν προπονητή που θα μπορούσε να χαλιναγωγήσει τον τρόπο παιχνιδιού του έκανε λάθος επιλογές, σούταρε από τα 7 και 8 μέτρα χωρίς λογική και γενικά έχανε τον έλεγχο και την ψυχραιμία του χωρίς να μπορεί να καθοδηγήσει σωστά την ομάδα. Την επόμενη χρονιά με την έλευση του Βασίλη Σπανούλη ο χρόνος συμμετοχής μειώθηκε. Ο Μίλος είχε ως καλύτερη στιγμή την εμφάνισή του στον τελικό του κυπέλλου χαρίζοντας στην ομάδα του το τρόπαιο με απόντα λόγω τραυματισμού τον Σπανούλη (δεν ήταν τυχαίο σύμφωνα με μία άποψη ότι οι καλές εμφανίσεις του Σέρβου έγιναν με απόντα τον Κιλ-Μπιλ συμπεραίνοντας πως οι δυο τους δεν ταίριαζαν). Η απόφαση για αλλαγή πολιτικής είχε ληφθεί και έτσι οι αδελφοί Αγγελόπουλοι έχρισαν ηγέτη τον Λαρισαίο γκαρντ με την ΤΣΣΚΑ να αποκτά τον χαρισματικό άσσο. Ο Σέρβος είχε όλα τα φόντα να γράψει ιστορία με την ερυθρόλευκη φανέλα όμως αφού ακόμη και ο μέντοράς του Ντούσαν Ίβκοβιτς δεν μπόρεσε να τον βάλει σε ‘’καλούπι’’ η συνέχεια ήταν προδιαγεγραμμένη. Η εικόνα του στον τελικό του 2012 μάλλον δικαιώνει την τελευταία άποψη αφού ο Μίλος στα δύσκολα λύγισε…
1. Μίλαν Τόμιτς (Σερβία-1991/2004)
Το μεγάλο κεφάλαιο. Ο εμβληματικός αρχηγός. Ο παίκτης του προπονητή. Ο προπονητής μέσα στο παρκέ. Έφτασε στην Ελλάδα αρχικά για να δοκιμαστεί και έπεισε τον Ιωαννίδη ο οποίος διέκρινε όχι τόσο τα αγωνιστικά του χαρακτηριστικά αλλά κυρίως το πάθος και τη θέληση που έδειχνε. Χαρακτηριστική μορφή στις πρώτες του χρονιές με μαλλί απουσιολόγου-καλού παιδιού και κοντομάνικο μπλουζάκι κάτω από τη φανέλα (ακόμα θυμάμαι τη μάνα μου να φωνάζει όταν πήγαινα για μπάσκετ στη γειτονιά: ‘’βγαλε τη μία μπλούζα παιδί μου που τα έχεις δει αυτά;’’). Έδειξε από νωρίς τα προσόντα του με καλή οργάνωση παιχνιδιού, σκληρή άμυνα, ασφυκτική πίεση στα αντίπαλα γκαρντ και τρίποντα από το… σπίτι του. Η καθιέρωση στην αρχική πεντάδα δεν άργησε να έρθει με τον Ίβκοβιτς να τον χρησιμοποιεί ως βασικό οργανωτή ελευθερώνοντας τον Ρίβερς στη θέση 2. Με αυτή τη συνταγή ο Θρύλος τα πήρε όλα. Η συνέχεια ήταν δύσκολη. Τα χρόνια πέρασαν, τα μαλλιά αραίωσαν, το κοντομάνικο μπλουζάκι έφυγε όπως και οι τίτλοι. Ο αρχηγός όμως ήταν εκεί. Δεν άφησε την ομάδα στα δύσκολα, έμεινε πιστός αν και θα μπορούσε εύκολα να μετεγγραφεί και συνέχισε να παλεύει σε δύσκολες εποχές. Μοναδική αναλαμπή το κύπελλο του 2002 και ο αποκλεισμός του αιώνιου αντίπαλου με 2-0 την ίδια χρονιά. Το τέλος της καριέρας του Μίλαν δεν ήταν αυτό που άξιζε στον αρχηγό.
Ο Σωκράτης Κόκκαλης έχοντας χάσει την όρεξη για τον μπασκετικό Ολυμπιακό, προβαίνει σε σπασμωδικές κινήσεις και τον βαφτίζει μέσα σε μια νύχτα παίκτη-προπονητή τερματίζοντας την μεγάλη καριέρα του στερώντας την δυνατότητα για το αντίο που του άξιζε. Θα τον θυμόμαστε για το απίστευτο πάθος του, τις ηγετικές του ικανότητες, τα τρίποντα βόμβες πολύ πίσω από την γραμμή του τρίποντου και για την ανεπανάληπτη αφοσίωση στον σύλλογο που αγάπησε και αγαπήθηκε όσο λίγοι! Επικές στιγμές τα ουκ ολίγα μπάζερ-μπίτερ του, η ιστορική στιγμή που έπαιξε με αντίπαλο τον Μάικλ Τζόρνταν ( ενώ τον μάρκαρε τον προκάλεσε να του βάλει καλάθι. Ο αέρινος έπαιξε με πλάτη, σουτ εκτός ισορροπίας, μόνο διχτάκι. Ο Μάικλ τον κοίταξε, ο Μίλαν χαμογέλασε και του είπε το αμίμητο: ‘’Καλός είσαι αλλά εγώ είμαι καλύτερος στα τρίποντα!’’), ενώ η σχέση του με τον Ντέγιαν Μποντιρόγκα πέρασε από σαράντα κύματα και μερικές δεκάδες μπουνιές! Κατέκτησε 5 πρωταθλήματα, 3 κύπελλα, 1 ευρωλίγκα, συμμετοχή σε ακόμα 3 φάιναλ φορ ενώ αξιοσημείωτο είναι ότι δεν έπαιξε με καμία εθνική ομάδα ίσως και από προσωπική επιλογή. Από το 2008 είναι μέλος του προπονητικού επιτελείου της ομάδας που αγάπησε. Στη μνήμη θα μείνει ως ο πεισματάρης παίκτης του προπονητή, ο πιστός μαχητής, ο πραγματικός αρχηγός…
Υ.Γ. Προφανώς υπάρχουν αρκετοί ακόμα που θα μπορούσαν να έχουν θέση στη δεκάδα αλλά το τρίτο και αναπόφευκτο κριτήριο ήταν η συμπάθεια του γράφοντα.
Βρείτε μας στο Facebook:
https://www.facebook.com/pages/Sportsofficers/1456551757950738
https://www.facebook.com/pages/Sportsofficers/1456551757950738
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου